πλαναρία

πλαναρία
(Planaria). Οικογένεια στροβιλιστικών σκουληκιών, μεγάλης αναγεννητικής ικανότητας. Ζουν μέσα σε πηγάδια, σε υπόγεια νερά και σε ρυάκια. Το κυριότερο είδος της οικογένειας είναι ηπ. η τρούβα, που αιωρείται μέσα στο νερό και συγκρατείται από ένα νημάτιο από κολλώδη ουσία, την οποία εκκρίνει το ίδιο. Το σκουλήκι πλανάρια η τρούβα.
* * *
η, Ν
ζωολ. γένος και γενική ονομασία ελεύθερων, υδρόβιων στροβιλιστικών πλατυελμίνθων με επίπεδο φυλλοειδές σώμα, μήκους, συνήθως, 3-15 χιλιοστομέτρων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. planarian < λατ. planaria, θηλ. τού επιθ. planarius «πεδινός»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • πλατυέλμινθες — Τύπος σκωληκομόρφων ζώων, μη μεταμερικών, με σώμα γενικά πολύ πεπλατυσμένο προς την κατεύθυνση ράχης κοιλιάς. Στις ελεύθερες μορφές είναι προικισμένοι με μια γαστροαγγειακή κοιλότητα, που ανοίγει στο εξωτερικό μέσω ενός μόνο ανοίγματος, του… …   Dictionary of Greek

  • αυτοτομία ή αυτότμηση — Ο ακρωτηριασμός ορισμένου μέλους του σώματος κάποιου ζώου, που οφείλεται είτε σε ανακλαστικές είτε σε βουλητικές διεργασίες του έμβιου όντος. Έχουν επισημανθεί διάφορες περιπτώσεις α., όπως αυτή που αποτελεί αμυντικό μέσο του ζώου, ή τρόπο… …   Dictionary of Greek

  • εξέλιξης, θεωρία της- — Θεωρία κατά την οποία όλα τα αντικείμενα του σύμπαντος έχουν υποστεί, με την πάροδο του χρόνου, μεταμορφώσεις σύμφωνα με μια φυσική διαδικασία εξέλιξης που τα οδήγησε βαθμιαία από μια αρχέγονη, ομοιογενή και αδιαφοροποίητη κατάσταση, σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”